Το φαινόμενο της "γκετοποίησης"
29.5.2023
Τις τελευταίες δεκαετίες, η Ευρώπη γνώρισε σημαντική αύξηση των μεταναστευτικών πληθυσμών από διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα. Αυτή η δημογραφική μετατόπιση έχει επιφέρει διάφορες προκλήσεις και ευκαιρίες τόσο για τους μετανάστες όσο και για τις κοινωνίες υποδοχής. Ο όρος “γκέτο” αναφέρεται σε ένα ξεχωριστό πολιτισμικό και κοινωνικό φαινόμενο που αναδύεται μέσα σε μειονεκτικές αστικές γειτονιές, οι οποίες συνήθως αναφέρονται ως γκέτο. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο όρος “γκέτο” δεν πρέπει να γενικεύεται ή να εφαρμόζεται σε όλες τις μειονεκτούσες κοινότητες, καθώς μπορεί να διαιωνίσει στερεότυπα και στιγματισμό. Μεταξύ των πολύπλοκων ζητημάτων που σχετίζονται με τη μετανάστευση, η έννοια της “γκετοποίησης” έχει συγκεντρώσει την προσοχή, περιγράφοντας τη συγκέντρωση των κοινοτήτων μεταναστών σε συγκεκριμένες γειτονιές. Το παρόν άρθρο αποσκοπεί στη διερεύνηση του φαινομένου των γκέτο μεταναστών στην Ευρώπη, ρίχνοντας φως στους υποκείμενους παράγοντες, στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι κοινότητες αυτές, καθώς και στη δύναμη και την ανθεκτικότητα που επιδεικνύουν στην προσπάθειά τους για ένταξη.
Η υποκουλτούρα των γκέτο χαρακτηρίζεται από μοναδικές αξίες, κανόνες, συμπεριφορές και πρότυπα κοινωνικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται μέσα σε αυτές τις συγκεκριμένες κοινότητες. Αναδύεται ως απάντηση στις κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις, την περιθωριοποίηση και τις περιορισμένες ευκαιρίες που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι που ζουν σε αυτές τις γειτονιές[1]. Ο όρος “γκέτο” φέρει συχνά αρνητικούς συνειρμούς, επικαλούμενος εικόνες φτώχειας, κοινωνικού αποκλεισμού και απομόνωσης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να προσεγγίσουμε τη συζήτηση για τα γκέτο των μεταναστών με μια διαφοροποιημένη προοπτική. Η γκετοποίηση μπορεί να αποδοθεί σε πολυάριθμους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών ανισοτήτων, των γλωσσικών εμποδίων, της πολιτιστικής διατήρησης, των διακρίσεων και της αίσθησης οικειότητας και υποστήριξης στο πλαίσιο μιας κοινότητας κοινών εμπειριών. Είναι ζωτικής σημασίας να αποφύγουμε την απλοποίηση των λόγων που κρύβονται πίσω από τη δημιουργία γκέτο και να λάβουμε υπόψη τις ποικίλες δυναμικές.
Η συγκέντρωση της φτώχειας στους μετανάστες της πρώτης γενιάς μπορεί να έχει αξιοσημείωτες συνέπειες για τη δεύτερη γενιά, ως παιδιά των μεταναστών. Η συγκέντρωση της φτώχειας αναφέρεται στο φαινόμενο της δυσανάλογα υψηλής συγκέντρωσης ατόμων ή νοικοκυριών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, όπως γειτονιές, κοινότητες ή περιφέρειες[2]. Το μεγάλωμα σε γειτονιές με συγκέντρωση φτώχειας μπορεί να περιορίσει την πρόσβαση των μεταναστών δεύτερης γενιάς σε βασικούς πόρους και ευκαιρίες. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν ποιοτική εκπαίδευση, υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης, εγκαταστάσεις αναψυχής και ασφαλή περιβάλλοντα. Η έλλειψη πρόσβασης σε αυτούς τους πόρους μπορεί να παρεμποδίσει την κοινωνική κινητικότητα, το εκπαιδευτικό τους επίπεδο και συνολικά την ευημερία τους.
Οι μετανάστες δεύτερης γενιάς από τέτοιες περιοχές μπορεί να αντιμετωπίσουν εμπόδια στην ακαδημαϊκή επιτυχία που απορρέουν από τις υπερπλήρεις αίθουσες διδασκαλίας, την ανεπαρκή χρηματοδότηση και την έλλειψη υποστηρικτικών υπηρεσιών. Λόγω των περιορισμένων κοινωνικών δικτύων και της έκθεσης σε διάφορους τομείς, είναι πιο δύσκολο για αυτούς να οραματιστούν και να πραγματοποιήσουν τις φιλοδοξίες τους[3].
Η δεύτερη γενιά μπορεί να βιώνει προκαταλήψεις και αρνητικά στερεότυπα που σχετίζονται με τη γειτονιά ή το μεταναστευτικό τους υπόβαθρο, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν τις ευκαιρίες και τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις τους, ενώ αντιμετωπίζουν υψηλότερα επίπεδα στιγματισμού και διακρίσεων. Αυτό διαιωνίζει έναν κύκλο μειονεξίας, παρεμποδίζοντας την ανοδική κινητικότητα και τις ευκαιρίες ένταξής τους.
Η δεύτερη γενιά συχνά παλεύει με την πλοήγηση μεταξύ της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και των κοινωνικών κανόνων της χώρας υποδοχής[4]. Η συγκέντρωση της φτώχειας μπορεί να εντείνει τη διατήρηση των πολιτιστικών ταυτοτήτων μέσα στις κοινότητες των μεταναστών, αλλά είναι πολύτιμο να δοθεί υπερβολική έμφαση στον πολιτισμό των χωρών υποδοχής τους, προκειμένου να επιτευχθεί η πλήρης ενσωμάτωση στην ευρύτερη κοινωνία. Κατά συνέπεια, ο αστικός σχεδιασμός συχνά διαμορφώνει τον φυλετικό διαχωρισμό διευκολύνοντας τον εθνοτικό διαχωρισμό[5].
Παρόλο που οι εμπειρίες της δεύτερης γενιάς είναι ποικίλες και δεν επηρεάζονται όλα τα άτομα αυτής της ομάδας εξίσου από τη συγκέντρωση της φτώχειας, παράγοντες όπως η προσωπική ανθεκτικότητα, η οικογενειακή υποστήριξη, η πρόσβαση σε κοινωνικά δίκτυα και οι διαθέσιμες ευκαιρίες μπορούν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα[6].
Ένα κράτος μπορεί να μετριάσει τις επιπτώσεις της συγκέντρωσης της φτώχειας στη δεύτερη γενιά εφαρμόζοντας στοχευμένες οικονομικές και κοινωνικές παρεμβάσεις και πολιτικές. Η πρώτη δράση είναι η βελτίωση των εκπαιδευτικών πόρων στις μειονεκτικές ζώνες, η ενίσχυση των συστημάτων κοινωνικής στήριξης, η προώθηση της κοινωνικής ένταξης χωρίς αποκλεισμούς, η αντιμετώπιση των διακρίσεων και του στιγματισμού, η παροχή προγραμμάτων κατάρτισης και η μείωση των οικονομικών ανισοτήτων. Με την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της συγκέντρωσης της φτώχειας και την παροχή ίσων ευκαιριών, οι κοινωνίες μπορούν να ενδυναμώσουν τη δεύτερη γενιά μεταναστών ώστε να ξεπεράσουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν και να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Anderson, Elijah. “The Iconic Ghetto.” The Annals of the American Academy of Political and Social Science, vol. 642, 2012, pp. 8–24, www.jstor.org/stable/23218459?searchText=ghetto&searchUri=%2Faction%2FdoBasicSearch%3FQuery%3Dghetto&ab_segments=0%2Fbasic_search_gsv2%2Fcontrol&refreqid=fastly-default%3Adad60141e3c64a896664ec06457fe595
Marcuse, Peter. “Space over Time: The Changing Position of the Black Ghetto in the United States.” Netherlands Journal of Housing and the Built Environment, vol. 13, no. 1, 1998, pp. 7–23, www.jstor.org/stable/41107729?searchText=ghetto&searchUri=%2Faction%2FdoBasicSearch%3FQuery%3Dghetto&ab_segments=0%2Fbasic_search_gsv2%2Fcontrol&refreqid=fastly-default%3Adad60141e3c64a896664ec06457fe595
Njoh, Ambe J. “Europeans, Modern Urban Planning and the Acculturation of “Racial Others.” Planning Theory, vol. 9, no. 4, 2010, pp. 369–378, www.jstor.org/stable/26004243?searchText=racial%20urban%20planning&searchUri=%2Faction%2FdoBasicSearch%3FQuery%3Dracial%2Burban%2Bplanning&ab_segments=0%2Fbasic_search_gsv2%2Fcontrol&refreqid=fastly-default%3A87171cc460ec096631e29242cdb2215a
Peterson, Paul E. “The Urban Underclass and the Poverty Paradox.” Political Science Quarterly, vol. 106, no. 4, 1991, p. 617, https://doi.org/10.2307/2151796
SHELBY, TOMMIE. “Justice, Deviance, and the Dark Ghetto.” Philosophy & Public Affairs, vol. 35, no. 2, Mar. 2007, pp. 126–160, https://doi.org/10.1111/j.1088-4963.2007.00106.x
Wirth, Louis. “The Ghetto.” American Journal of Sociology, vol. 33, no. 1, 1927, pp. 57–71, www.jstor.org/stable/2765040?searchText=ghetto&searchUri=%2Faction%2FdoBasicSearch%3FQuery%3Dghetto&ab_segments=0%2Fbasic_search_gsv2%2Fcontrol&refreqid=fastly-default%3Adad60141e3c64a896664ec06457fe595
[1] SHELBY, TOMMIE. “Justice, Deviance, and the Dark Ghetto.” Philosophy & Public Affairs, vol. 35, no. 2, Mar. 2007
[2] Quillian, Lincoln. “Segregation and Poverty Concentration.” American Sociological Review, vol. 77, no. 3, 30 May 2012, pp. 354–379
[3] Peterson, Paul E. “The Urban Underclass and the Poverty Paradox.” Political Science Quarterly, vol. 106, no. 4, 1991, p. 617
[4] Marcuse, Peter. “Space over Time: The Changing Position of the Black Ghetto in the United States.” Netherlands Journal of Housing and the Built Environment, vol. 13, no. 1, 1998, pp. 7–23
[5] Njoh, Ambe J. “Europeans, Modern Urban Planning and the Acculturation of “Racial Others.” Planning Theory, vol. 9, no. 4, 2010, pp. 369–378
[6] Anderson, Elijah. “The Iconic Ghetto.” The Annals of the American Academy of Political and Social Science, vol. 642, 2012, pp. 8–24
Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, οι απόψεις και οι γνώμες που εκφράζονται είναι αποκλειστικά του/των συγγραφέα/ων και δεν αντανακλούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις και τις γνώμες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Εκτελεστικού Οργανισμού Εκπαίδευσης και Πολιτισμού (EACEA). Ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε ο EACEA μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι γι’ αυτές. 2022-1-LT02-KA220-YOU-000089553